Inicio > Blossary: Architecture contemporaine
Base de données terminologique créée dans le cadre du cours de terminologie du Master2 DTIC à l'UBS de Vannes, France.

Categoría:

49 Terms

Created by: Kizsok

Número de Blosarios: 1

Mis términos
Coleccionar término

Un concurso para algún premio, honor o ventaja. En el sector de la construcción un concurso de arquitectura es un concurso entre los arquitectos para obtener un premio por la obra conceptual o una orden para hacer un edificio.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ένας διαγωνισμός για κάποιο βραβείο, τιμητική διάκριση, ή όφελος. Στην οικοδομική βιομηχανία ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ αρχιτεκτόνων με τίμημα ένα βραβείο ή μια ανάθεση έργου.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Organización comercial que proporciona un conjunto de servicios de arquitectura. Reúne a menudo a varios arquitectos.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

procedimiento especial para la generación de ofertas competidoras de pujadores distintos buscan para obtener un premio de la actividad empresarial de arquitectura, diseño, urbanismo o paisajismo.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ειδική διαδικασία για την υποβολή ανταγωνιστικών προσφορών από διαφορετικούς υποψηφίους που επιθυμούν να εκτελέσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της αρχιτεκτονικής, του σχεδιασμού, της πολεοδομίας ή της αρχιτεκτονικής τοπίου.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Un obrero que tiene capacidad especial en la industria de construccion. Un albanil puede ser mason, ingeniero, fontanero, pintero, capentero

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο εργαζόμενος που διαθέτει ειδικές ικανότητες στην οικοδομική βιομηχανία. Ένας οικοδόμος μπορεί να είναι κτίστης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, μπογιατζής, ξυλουργός ...

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

La madera es un producto de los árboles y a veces otras plantas fibrosas, utilizados para propósitos de construcción cuando corte o prensado en madera y madera, como tableros, tablones y materiales similares.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Το ξύλο είναι προϊόν που προέρχεται από δέντρα ή και άλλα ινώδη φυτά, και χρησιμοποιείται για κατασκευαστικούς σκοπούς, όταν κοπεί ή συμπιεστεί σε ξυλεία και ξύλο, όπως σανίδες, μαδέρια και παρόμοια υλικά.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El hormigón es un compuesto hecho de la combinación de una carpeta como cemento y agregado de material de construcción.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Το σκυρόδεμα είναι ένα σύνθετο δομικό υλικό που προέρχεται από το συνδυασμό αδρανών υλικών και ενός συνδετικού υλικού, όπως το τσιμέντο.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Un carpintero (builder) es un hábil artesano que realiza carpintería. Carpinteros trabajan con la madera para construir, instalar y mantener edificios, muebles y otros objetos. El trabajo puede implicar trabajo manual y trabajar al aire libre.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ένας ξυλουργός (οικοδόμος) είναι ένα εξειδικευμένο τεχνίτης που ασκεί την ξυλουργική. Οι ξυλουργοί δουλεύουν με το ξύλο για να κατασκευάσουν, να εγκαταστήσουν και να συντηρούν κτίρια, έπιπλα και άλλα αντικείμενα. Η εργασία τους μπορεί να περιλαμβάνει χειρωνακτική εργασία και εργασία σε εξωτερικούς χώρους.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

A builder specialised in making roofs, footings and outer weatherproof skin, as found on most domestic architecture.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ένας οικοδόμος που ειδικεύεται στην κατασκευή στεγών, σκελετού και εξωτερικού πετσώματος, που έχουν εφαρμογή στην αρχιτεκτονική κατοικιών.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Expediente relativo a la propiedad, posesión u otros derechos en tierra para proporcionar evidencia de título, facilitar las transacciones y para prevenir la disposición ilegal, generalmente editada por una agencia gubernamental o departamento.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Μητρώο που καταγράφει την κυριότητα, την κατοχή ή άλλα δικαιώματα σε γη, με σκοπό να αποδεικνύει την κυριότητα, να διευκολύνει τις συναλλαγές και να αποτρέπει την παράνομη διάθεση. Συνήθως εκδίδεται από ένα κυβερνητικό οργανισμό ή υπηρεσία.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. (usually plural) furnishings and equipment 2. making or becoming suitable; adjusting to circumstances

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. (Συνήθως στον πληθυντικό), επίπλωση και εξοπλισμός 2. το να φτιάχνεις ή να καθιστάς κατάλληλο, το να προσαρμόζεσαι στις περιστάσεις.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Une region delimitata por razones administrativas o otros objectivos.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

μια περιοχή που έχει σημανθεί για διοικητικούς ή άλλους σκοπούς

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. Ubicado en o característica de una ciudad o la vida de la ciudad. 2.El relativos a o preocupado con una ciudad o densamente poblaron área.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1.Ευρισκόμενος ή χαρακτηριστικός μιας πόλης ή της ζωής στην πόλη. 2. Σχετικός με μια πόλη ή με μια πυκνοκατοικημένη περιοχή.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. relativa a las zonas rurales 2. que viven en o las características de la agricultura o la vida en el campo.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. σχετικός με αγροτικές περιοχές 2. που κατοικεί ή που έχει χαρακτηριστικά καλλιέργειας ή επαρχιώτικης ζωής

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Las oficinas administrativas del gobierno municipal

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Τα διοικητικά γραφεία μιας δημοτικής διακυβέρνησης.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Un ingeniero encargado de planificación de la ciudad, que está mejorando la vida, los transportes, la vivienda de la ciudad.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ένας μηχανικός αρμόδιος για την πολεοδόμηση, δηλαδή για τη την αναβάθμιση των μεταφορών, της ζωής, της στέγασης σε μια πόλη.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Un ingeniero que arregla las características del paisaje o jardín atractivo. Él acoge el paisaje según la historia de la zona, los edificios existentes, el propósito de la zona.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ένας μηχανικός που διευθετεί με ελκυστικό τρόπο τα χαρακτηριστικά του τοπίου ή του κήπου. Προσαρμόζει το τοπίο, σύμφωνα με την ιστορία της περιοχής, τα υπάρχοντα κτίρια, το σκοπό της περιοχής.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El ganador de un concurso de arquitectura obtiene el encargado de llevar a cabo un proyecto arquitectónico.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο νικητής ενός διαγωνισμού αρχιτεκτονικής παίρνει την εντολή να υλοποιήσει ένα αρχιτεκτονικό έργο.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Una organización formal de los arquitectos, cuyo objetivo es informar y escribir textos que rigen la profesión.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Μια επίσημη οργάνωση αρχιτεκτόνων, που στόχο έχει να ενημερώνει και να παράγει κείμενα που διέπουν το επάγγελμα.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El proceso de planificación, organización, dotación de personal, dirigir y controlar la producción de un edificio.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Η διαδικασία του σχεδιασμού, της οργάνωσης, στελέχωσης, διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Cualquier pieza de trabajo que es llevado a cabo o intentada. En arquitectura del proyecto se usa para denominar la realización de un edificio.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Κάθε εργασία που έχει αναληφθεί ή επιχειρείται να αναληφθεί. Στην αρχιτεκτονική ο όρος "έργο" χρησιμοποιείται για να κατονομάσει την υλοποίηση ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El acto de trabajar la forma de algo (como haciendo un bosquejo o plan o esquema).

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Η πράξη της επεξεργασίας της μορφής (κάνοντας ένα σκίτσο ή το σκιαγραφώντας ένα σχέδιο).

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Mobiliario, instrumentos que preparen una habitación u otra área para la ocupación.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Εξοπλισμός με έπιπλα και όργανα που καθιστούν ένα δωμάτιο ή ένα οποιοδήποτε χώρο έτοιμο προς κατοίκηση.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

[adj] situado dentro o conveniente para el interior de un edificio [n] el interno o cerrados superficie de algo

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

[Επίθ] Αυτό που βρίσκεται εντός ή είναι κατάλληλο για το μέσα ενός κτιρίου [ν] η εσωτερική ή κλειστή επιφάνεια κάποιου χώρου

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El acero es una aleación que se compone principalmente de hierro y carbón.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

La pizarra es una roca metamórfica de grano fino, Foliada, homogénea derivada de una roca sedimentaria de tipo pizarra original compuesto de arcilla o ceniza volcánica a través de bajo grado metamorfismo regional.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο σχιστόλιθος είναι ένα λεπτόκοκκο, ομοιογενές μεταμορφωσιγενές πέτρωμα, σε φύλλα, το οποίο προέρχεται από ένα πρωτότυπο αργιλικό ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από άργιλο ή ηφαιστειακή τέφρα, μέσω χαμηλής ποιότητας μεταμορφωσιγένειας.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

In many domestic and industrial buildings a slab, supported on foundations or directly on the sub soil, is used to construct the ground floor of a building

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Σε πολλές κατοικίες και σε βιομηχανικά κτίρια μια πλάκα, υποστηριζόμενη από τη θεμελίωση ή τοποθετημένη απευθείας στο έδαφος, χρησιμοποιείται για την κατασκευή του ισογείου ενός κτιρίου.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Siding is the outer covering or cladding of a house meant to shed water and protect from the effects of weather. On a building that uses siding, it may act as a key element in the aesthetic beauty of the structure and directly influence its property value.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Πέτσωμα είναι το εξωτερικό περίβλημα ή η επένδυση ενός σπιτιού που έχει ως στόχο να απομακρύνει το νερό και να προστατεύει από τις επιπτώσεις του καιρού. Σε ένα κτήριο που χρησιμοποιείται πέτσωμα, μπορεί να λειτουργεί ως βασικό αισθητικό στοιχείο της κατασκευής και να επηρεάζει άμεσα την αξία του ακινήτου του.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Utilizado para referirse a bienes considerados infligir el mínimos o ningún daño al medio ambiente.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει υλικά που θεωρούνται ότι προκαλούν ελάχιστη ή μηδενική βλάβη στο περιβάλλον.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

La iluminación es la aplicación deliberada de la luz para lograr un efecto estético o práctica. Iluminación incluye uso de ambas fuentes de luz artificiales como lámparas e iluminación natural de interiores desde el amanecer.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο φωτισμός είναι η εσκεμμένη εφαρμογή του φωτός με σκοπό να επιτευχθεί κάποιο αισθητικό ή πρακτικό αποτέλεσμα. Ο φωτισμός περιλαμβάνει τη συνδυασμένη χρήση τεχνιτών πηγών φωτός όπως λάμπες, αλλά και τον φυσικό φωτισμό των εσωτερικών χώρων από το φυσικό φως.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Coating is a covering that is applied to the surface of an object, usually referred to as the substrate. In many cases coatings are applied to improve surface properties of the substrate, such as appearance, adhesion, wet-ability, corrosion resistance, wear resistance, and scratch resistance.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Επίχρισμα είναι μια κάλυψη που εφαρμόζεται στην επιφάνεια ενός αντικειμένου και που συνήθως αναφέρεται ως υπόστρωμα. Σε πολλές περιπτώσεις, τα επιχρίσματα εφαρμόζονται για να βελτιώσουν τις ιδιότητες της επιφάνειας του υποστρώματος, όπως η εμφάνιση, πρόσφυση, υγρό-ικανότητα, την αντίσταση στη διάβρωση, αντοχή στη φθορά και αντοχή στις γρατζουνιές.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Se dice de un edificio, un entorno o un paisaje que existe, es en la actualidad y que el arquitecto tiene que afrontar.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Λέγεται για ένα κτίριο, ένα περιβάλλον ή μια διαμόρφωση που ήδη υφίσταται, είναι υπαρκτό, και με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί ο αρχιτέκτονας.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

A building addition is a part of a building (one room or more) that has been added to the existing and original building

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Κτιριακή προσθήκη είναι το τμήμα του κτιρίου (αποτελούμενο από έναν ή περισσότερους χώρους) που έχει προστεθεί στο υφιστάμενο, αρχικό κτίριο.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

[adj]: situado en o conveniente para al aire libre o fuera de un edificio # [n] [n]: la región que se encuentra fuera algo

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

[Επίθ]: Αυτός που βρίσκεται ή που ταιριάζει στον υπαίθριο ή τον εξωτερικό χώρο ενός κτιρίου # [n] [n]: η περιοχή που βρίσκεται έξω από κάτι

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Que no permite el paso del agua de un lado al otro; que previene las fugas.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Αυτός που δεν επιτρέπει στο νερό να περάσει από μέσα, αυτός που εμποδίζει τις διαρροές.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Al lado de un edificio que se percibe en primer lugar, o generalmente una parte de un edificio.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Η πλευρά του κτιρίου που φαίνεται πρώτη, ή γενικά μια πλευρά ενός κτηρίου.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Diseñado para o adaptado a una función o uso.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Σχεδιασμένο για ή προσαρμοσμένο σε μια λειτουργία ή χρήση.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

el marco que soporta una puerta o una ventana (marco del ventana).

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Το πλαίσιο που υποστηρίζει μια πόρτα ή ένα παράθυρο (κάσα παραθύρου).

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El acto de proteger algo rodeándolo con material que reduce o evita la transmisión de sonido, calor o electricidad. El material para este propósito.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Η πράξη με την οποία προστατεύουμε κάτι, τυλίγοντάς το με υλικό που μειώνει ή προλαμβάνει τη μετάδοση του ήχου ή της θερμότητας ή του ηλεκτρισμού. Το υλικό που προορίζεται για το σκοπό αυτό ονομάζεται μόνωση.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Un artesano que trabaja con piedra, ladrillo, hormigón. La albañilería es comúnmente utilizada para las paredes de edificios, monumentos y muros de contención

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ένας τεχνίτης που δουλεύει με πέτρα, τούβλο, μπετόν. Η τοιχοποιία συνήθως χρησιμοποιείται σε τοίχους κτιρίων, τοίχους αντιστήριξης και σε μνημεία

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Trabajo del carpintero; fabricación e instalación de manufacturas para edificios con materiales tales como la madera y el aluminio.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Το έργο του κουφωματά, η κατασκευή και εγκατάσταση εξαρτημάτων στα κτίρια με υλικά όπως το ξύλο και αλουμίνιο.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Materiales de construcción se utilizan en la industria de la construcción para crear edificios y estructuras. Pueden ser naturales: madera, Cal, cáñamo, celulosa, lana y sintéticos: acero, yeso, cerámica, vidrio, plástico, concreto.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Τα δομικά υλικά χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο για τη δημιουργία κτιρίων και κατασκευών. Μπορούν να είναι φυσικά υλικά: ξύλο, ασβέστης, σκοινί, κυτταρίνη, μαλλί, και συνθετικά υλικά: χάλυβας, γύψος, κεραμικό, γυαλί, πλαστικό, τσιμέντο.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. La ley de mejora mediante la renovación y restauración de 2. El estado de ser restaurado a su antigua condición buena.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

1. Η πράξη της βελτίωσης μέσω της ανανέωσης και της αποκατάστασης 2. Η κατάσταση επαναφοράς στην πρότερη καλή κατάσταση.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Cualquier objeto grande permanentemente fijado a la superficie de la tierra o en su órbita, como resultado de la construcción y el arreglo de sus partes. Puede haber edificios y estructuras nonbuilding y por el hombre o animal-hecho.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Κάθε μεγάλο αντικείμενο που τοποθετείται μόνιμα στη γήινη επιφάνεια ή στην έκτασή της, ως αποτέλεσμα κατασκευής, καθώς και η διάταξη των μερών της. Μπορεί να υπάρχουν κτιριακές και μη κτιριακές κατασκευές, φτιαγμένες από ανθρώπους ή από ζώα.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Excavación de la tierra, como en la construcción de la ingeniería, que consiste en la remoción de tierra de un lugar pendiente para hacer un terreno plano y horizontal.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Εκσκαφή της γης, όπως κατά την κατασκευή, η οποία συνίσταται στην απομάκρυνση χώματος από ένα κεκλιμένο χώρο με σκοπό να δημιουργήσει ένα επίπεδο και οριζόντιο έδαφος.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El acto de suministro de aire fresco y deshacerse de aire viciado, alrededor de un espacio cerrado. Un sistema mecánico en un edificio que proporciona aire fresco.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Η πράξη με την οποία παρέχουμε καθαρό αέρα και απομακρύνουμε τον βρώμικο αέρα από ένα κλειστό χώρο. Ένα μηχανικό σύστημα σε ένα κτίριο που παρέχει καθαρό αέρα.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El objetivo de los esfuerzos para reducir la cantidad de energía necesaria para proporcionar productos y servicios: extremo local respetuosos del medio ambiente material, diseño de construcción apretada, incluyendo ventanas eficientes, bien cerradas puertas, aislamiento térmico adicional de paredes y techo, ventilación, losas de sótano y fundaciones pueden reducir la pérdida de calor.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο στόχος των προσπαθειών για τη μείωση του ποσού της ενέργειας που απαιτείται για την παροχή προϊόντων και υπηρεσιών: ντόπια υλικά, φιλικά προς το περιβάλλον, στεγανός σχεδιασμός κτιρίων που περιλαμβάνει: ενεργειακώς αποδοτικά παράθυρα, καλά σφραγισμένα πόρτες, πρόσθετη θερμική μόνωση τοίχων και οροφής, εξαερισμό, πλάκες υπογείου και θεμέλια που μπορούν να μειώσουν την απώλεια θερμότητας.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Una estructura de soporte de techo, piso o las paredes.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Μια δομή που υποστηρίζει την οροφή, το δάπεδο ή τους τοίχους.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

El acero es una aleación que se compone principalmente de hierro y carbón.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Organización comercial que proporciona un conjunto de servicios de arquitectura. Reúne a menudo a varios arquitectos.

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες

Domain: Architecture; Categoría: Architecture contemporaine

Member comments


( You can type up to 200 characters )

Publicar  
Otros Blosarios