Created by: Kizsok
Number of Blossarys: 1
- English (EN)
- French (FR)
- Thai (TH)
- Polish (PL)
- Italian (IT)
- Bulgarian (BG)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Indonesian (ID)
- Estonian (ET)
- Spanish (ES)
- Russian (RU)
- Filipino (TL)
- Farsi (FA)
- Romanian (RO)
- Serbian (SR)
- Arabic (AR)
- Hindi (HI)
- Kazakh (KK)
- Dutch (NL)
- Chinese, Traditional (ZT)
- Turkish (TR)
- Japanese (JA)
- Greek (EL)
- Hungarian (HU)
- Macedonian (MK)
- Lithuanian (LT)
- Spanish, Latin American (XL)
- Latvian (LV)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Malay (MS)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Armenian (HY)
- Vietnamese (VI)
- Tamil (TA)
- Latin (LA)
- Bosnian (BS)
- Slovenian (SL)
- Croatian (HR)
- Czech (CS)
- English, UK (UE)
- Bengali (BN)
- Georgian (KA)
- French (FR)
- Thai (TH)
- Polish (PL)
- Italian (IT)
- Bulgarian (BG)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Indonesian (ID)
- Estonian (ET)
- Spanish (ES)
- Russian (RU)
- Filipino (TL)
- Farsi (FA)
- Romanian (RO)
- Serbian (SR)
- Arabic (AR)
- Hindi (HI)
- Kazakh (KK)
- Dutch (NL)
- Chinese, Traditional (ZT)
- Turkish (TR)
- Japanese (JA)
- Greek (EL)
- Hungarian (HU)
- Macedonian (MK)
- Lithuanian (LT)
- Spanish, Latin American (XL)
- Latvian (LV)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Malay (MS)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Armenian (HY)
- Vietnamese (VI)
- Tamil (TA)
- Latin (LA)
- Bosnian (BS)
- Slovenian (SL)
- Croatian (HR)
- Czech (CS)
- English, UK (UE)
- Bengali (BN)
- Georgian (KA)
Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες
Commerciële organisatie die een aantal diensten op het platform biedt. Het oftens verzamelt diverse architecten.
Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.
Staal is een legering die voornamelijk uit ijzer en koolstof bestaat.
Μια δομή που υποστηρίζει την οροφή, το δάπεδο ή τους τοίχους.
Een structuur ter ondersteuning van het dak, de vloer of de muren.
Ο στόχος των προσπαθειών για τη μείωση του ποσού της ενέργειας που απαιτείται για την παροχή προϊόντων και υπηρεσιών: ντόπια υλικά, φιλικά προς το περιβάλλον, στεγανός σχεδιασμός κτιρίων που περιλαμβάνει: ενεργειακώς αποδοτικά παράθυρα, καλά σφραγισμένα πόρτες, πρόσθετη θερμική μόνωση τοίχων και οροφής, εξαερισμό, πλάκες υπογείου και θεμέλια που μπορούν να μειώσουν την απώλεια θερμότητας.
Het doel van de inspanningen ter vermindering van de hoeveelheid energie die nodig is om producten en diensten: lokale einde eco-vriendelijke materiaal, strakke gebouwontwerp, met inbegrip van energie-efficiënte windows, goed gesloten deuren, extra thermische isolatie van muren en dak, ventilatie, kelder platen en stichtingen warmteverlies kan verminderen.
Η πράξη με την οποία παρέχουμε καθαρό αέρα και απομακρύνουμε τον βρώμικο αέρα από ένα κλειστό χώρο. Ένα μηχανικό σύστημα σε ένα κτίριο που παρέχει καθαρό αέρα.
De handeling van het leveren van frisse lucht en het wegwerken van vuile lucht, rond een gesloten ruimte. Een mechanisch systeem in een gebouw dat frisse lucht biedt.
Εκσκαφή της γης, όπως κατά την κατασκευή, η οποία συνίσταται στην απομάκρυνση χώματος από ένα κεκλιμένο χώρο με σκοπό να δημιουργήσει ένα επίπεδο και οριζόντιο έδαφος.
Opgraving van aarde, zoals engineering bouw, die bestaat uit het verwijderen van de aarde van een glooiende plaats zodat een vlak en horizontaal grond.
Κάθε μεγάλο αντικείμενο που τοποθετείται μόνιμα στη γήινη επιφάνεια ή στην έκτασή της, ως αποτέλεσμα κατασκευής, καθώς και η διάταξη των μερών της. Μπορεί να υπάρχουν κτιριακές και μη κτιριακές κατασκευές, φτιαγμένες από ανθρώπους ή από ζώα.
Elk groot object blijvend in of aan aardoppervlak of in zijn baan, als gevolg van de bouw, en de regeling van de delen. Er kunnen gebouwen en nonbuilding structuren, en door de mens veroorzaakte of dier gemaakt.
1. Η πράξη της βελτίωσης μέσω της ανανέωσης και της αποκατάστασης 2. Η κατάσταση επαναφοράς στην πρότερη καλή κατάσταση.
1. de wet te verbeteren door vernieuwing van en het herstellen van 2. De staat van de voormalige goede staat wordt hersteld.
Τα δομικά υλικά χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο για τη δημιουργία κτιρίων και κατασκευών. Μπορούν να είναι φυσικά υλικά: ξύλο, ασβέστης, σκοινί, κυτταρίνη, μαλλί, και συνθετικά υλικά: χάλυβας, γύψος, κεραμικό, γυαλί, πλαστικό, τσιμέντο.
Bouwmaterialen worden gebruikt in de bouwsector om gebouwen en structuren te creëren. Kunnen zij natuurlijke: hout, kalk, hennep, cellulose, wol en synthetische: staal, gips, keramiek, glas, plastic, beton.
Ένας τεχνίτης που δουλεύει με πέτρα, τούβλο, μπετόν. Η τοιχοποιία συνήθως χρησιμοποιείται σε τοίχους κτιρίων, τοίχους αντιστήριξης και σε μνημεία
Een ambachtsman die met steen, baksteen, beton werkt. Metselwerk wordt meestal gebruikt voor de muren van de gebouwen, keerwanden en monumenten
Η πράξη με την οποία προστατεύουμε κάτι, τυλίγοντάς το με υλικό που μειώνει ή προλαμβάνει τη μετάδοση του ήχου ή της θερμότητας ή του ηλεκτρισμού. Το υλικό που προορίζεται για το σκοπό αυτό ονομάζεται μόνωση.
De Akte van de bescherming van iets door omgeven met materiaal dat vermindert of voorkomt u dat de overdracht van geluid of warmte of elektriciteit. Het materiaal voor dit doel.
Το πλαίσιο που υποστηρίζει μια πόρτα ή ένα παράθυρο (κάσα παραθύρου).
het frame dat een deur, of een venster (raamkozijn) ondersteunt.
Σχεδιασμένο για ή προσαρμοσμένο σε μια λειτουργία ή χρήση.
Ontworpen voor of aangepast aan een functie of gebruik.
Η πλευρά του κτιρίου που φαίνεται πρώτη, ή γενικά μια πλευρά ενός κτηρίου.
De zijkant van een gebouw dat eerst wordt gezien, of in het algemeen een zijkant van een gebouw.
Αυτός που δεν επιτρέπει στο νερό να περάσει από μέσα, αυτός που εμποδίζει τις διαρροές.
Die geen water te pas in en uit, laten lekken te voorkomen.
Κτιριακή προσθήκη είναι το τμήμα του κτιρίου (αποτελούμενο από έναν ή περισσότερους χώρους) που έχει προστεθεί στο υφιστάμενο, αρχικό κτίριο.
De toevoeging van een gebouw is een deel van een gebouw (een kamer of meer) die is toegevoegd aan de bestaande en de oorspronkelijke gebouw.
Λέγεται για ένα κτίριο, ένα περιβάλλον ή μια διαμόρφωση που ήδη υφίσταται, είναι υπαρκτό, και με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί ο αρχιτέκτονας.
Er wordt gezegd van een gebouw, een omgeving of een landschap dat bestaat, op dit moment aanwezig is en dat de architect heeft te behandelen.
Ο φωτισμός είναι η εσκεμμένη εφαρμογή του φωτός με σκοπό να επιτευχθεί κάποιο αισθητικό ή πρακτικό αποτέλεσμα. Ο φωτισμός περιλαμβάνει τη συνδυασμένη χρήση τεχνιτών πηγών φωτός όπως λάμπες, αλλά και τον φυσικό φωτισμό των εσωτερικών χώρων από το φυσικό φως.
Verlichting is de bewuste toepassing van licht om sommige esthetische of praktische effect te bereiken. Verlichting omvat gebruik van zowel kunstmatige lichtbronnen zoals lampen en natuurlijke verlichting van interieurs van daglicht.
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει υλικά που θεωρούνται ότι προκαλούν ελάχιστη ή μηδενική βλάβη στο περιβάλλον.
Gebruikt om te verwijzen naar goederen die geacht te berokkenen minimale of geen kwaad op het milieu.
Ο σχιστόλιθος είναι ένα λεπτόκοκκο, ομοιογενές μεταμορφωσιγενές πέτρωμα, σε φύλλα, το οποίο προέρχεται από ένα πρωτότυπο αργιλικό ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από άργιλο ή ηφαιστειακή τέφρα, μέσω χαμηλής ποιότητας μεταμορφωσιγένειας.
Lei is een fijnmazig, gelaagde, homogene metamorf gesteente afgeleid van een oorspronkelijke leisteen-type sedimentair gesteente bestaat uit klei of vulkanische as door low-grade regionale metamorfose.
Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.
Staal is een legering die voornamelijk uit ijzer en koolstof bestaat.
Εξοπλισμός με έπιπλα και όργανα που καθιστούν ένα δωμάτιο ή ένα οποιοδήποτε χώρο έτοιμο προς κατοίκηση.
Meubilair, hulpmiddelen waardoor een kamer of ander gebied klaar voor bezetting.
Η πράξη της επεξεργασίας της μορφής (κάνοντας ένα σκίτσο ή το σκιαγραφώντας ένα σχέδιο).
De wet van de vorm van iets uitwerken (zoals door het maken van een schets of overzicht of planning).
Κάθε εργασία που έχει αναληφθεί ή επιχειρείται να αναληφθεί. Στην αρχιτεκτονική ο όρος "έργο" χρησιμοποιείται για να κατονομάσει την υλοποίηση ενός κτιρίου.
Elk stuk van het werk die wordt ondernomen of geprobeerd. In het platform wordt project gebruikt om denominate de realisatie van een gebouw.
Η διαδικασία του σχεδιασμού, της οργάνωσης, στελέχωσης, διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής ενός κτιρίου.
Het proces van planning, organisatie, personeel, leiding en controle van de productie van een gebouw.
Μια επίσημη οργάνωση αρχιτεκτόνων, που στόχο έχει να ενημερώνει και να παράγει κείμενα που διέπουν το επάγγελμα.
Een formele organisatie van architecten, welke beoogt te informeren en te schrijven van teksten die gelden voor het beroep.
Ο νικητής ενός διαγωνισμού αρχιτεκτονικής παίρνει την εντολή να υλοποιήσει ένα αρχιτεκτονικό έργο.
De winnaar van een architectuurwedstrijd krijgt de opdracht om een architecturaal project realiseren.
Ένας μηχανικός που διευθετεί με ελκυστικό τρόπο τα χαρακτηριστικά του τοπίου ή του κήπου. Προσαρμόζει το τοπίο, σύμφωνα με την ιστορία της περιοχής, τα υπάρχοντα κτίρια, το σκοπό της περιοχής.
Een natuurkundige die kenmerken van landschap of tuin regelt aantrekkelijk. Hij ontvangt het landschap volgens de geschiedenis van het gebied, de bestaande gebouwen, het doel van het gebied.
Τα διοικητικά γραφεία μιας δημοτικής διακυβέρνησης.
De administratieve kantoren van een gemeentelijke overheid
Ένας μηχανικός αρμόδιος για την πολεοδόμηση, δηλαδή για τη την αναβάθμιση των μεταφορών, της ζωής, της στέγασης σε μια πόλη.
Een natuurkundige verantwoordelijke met stadsplanning, dat wilt transporten, leven upgraden is, huisvesting van een stad.
1.Ευρισκόμενος ή χαρακτηριστικός μιας πόλης ή της ζωής στην πόλη. 2. Σχετικός με μια πόλη ή με μια πυκνοκατοικημένη περιοχή.
1. gelegen in of karakteristiek van een stad of stadsleven. 2. met betrekking tot of betrokken met een stad of dicht bevolkte gebied.
μια περιοχή που έχει σημανθεί για διοικητικούς ή άλλους σκοπούς
een regio gemarkeerd voor administratieve of andere doeleinden
Μητρώο που καταγράφει την κυριότητα, την κατοχή ή άλλα δικαιώματα σε γη, με σκοπό να αποδεικνύει την κυριότητα, να διευκολύνει τις συναλλαγές και να αποτρέπει την παράνομη διάθεση. Συνήθως εκδίδεται από ένα κυβερνητικό οργανισμό ή υπηρεσία.
Record betreffende eigendom, bezit of andere rechten in het land te bewijzen van titel, transacties te vergemakkelijken en te voorkomen wederrechtelijk verwijderen, meestal bewerkt door een overheidsinstelling of een afdeling.
Ένας οικοδόμος που ειδικεύεται στην κατασκευή στεγών, σκελετού και εξωτερικού πετσώματος, που έχουν εφαρμογή στην αρχιτεκτονική κατοικιών.
Een gespecialiseerd in het maken van daken, fundering en weerbestendig buitenste schil, als bouwer gevonden op meest binnenlandse architectuur.
Ένας ξυλουργός (οικοδόμος) είναι ένα εξειδικευμένο τεχνίτης που ασκεί την ξυλουργική. Οι ξυλουργοί δουλεύουν με το ξύλο για να κατασκευάσουν, να εγκαταστήσουν και να συντηρούν κτίρια, έπιπλα και άλλα αντικείμενα. Η εργασία τους μπορεί να περιλαμβάνει χειρωνακτική εργασία και εργασία σε εξωτερικούς χώρους.
Een timmerman (bouwer) is een ervaren craftsperson die timmerwerk voert. Timmerlieden werken met hout te bouwen, installeren en onderhouden van gebouwen, meubilair, en andere objecten. Het werk kan betrekken handenarbeid en werk buitenshuis.
Το ξύλο είναι προϊόν που προέρχεται από δέντρα ή και άλλα ινώδη φυτά, και χρησιμοποιείται για κατασκευαστικούς σκοπούς, όταν κοπεί ή συμπιεστεί σε ξυλεία και ξύλο, όπως σανίδες, μαδέρια και παρόμοια υλικά.
Hout is een product van bomen, en soms andere vezelig planten, gebruikt voor de bouw wanneer knipt of gedrukt in hout en hout, zoals boards, planken en soortgelijke materialen.
Το σκυρόδεμα είναι ένα σύνθετο δομικό υλικό που προέρχεται από το συνδυασμό αδρανών υλικών και ενός συνδετικού υλικού, όπως το τσιμέντο.
Beton is een composiet materiaal gemaakt van de combinatie van de twee wedstrijden en een omblad zoals cement gebouw.
Ο εργαζόμενος που διαθέτει ειδικές ικανότητες στην οικοδομική βιομηχανία. Ένας οικοδόμος μπορεί να είναι κτίστης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, μπογιατζής, ξυλουργός ...
Een werknemer die speciale vaardigheden in de bouwsector heeft. Een bouwer kunnen mason, loodgieter, elektricien, schilder, timmerman...
Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες.
Commerciële organisatie die een aantal diensten op het platform biedt. Het oftens verzamelt diverse architecten.